Με την λογικη οτι όποιος νεαρος αθλητής αποδίδει καλύτερα έχει περισσότερες ευκαιρίες να εξελιχθεί επαγγελματικά εχοντας πρόσβαση σε καλύτερες εγκαταστάσεις και καλυτερο τιμ προκειμένου να βελτιώσει τις ικανότητες του , η αναγνώριση του ταλέντου στο ποδόσφαιρο θα έπρεπε να είναι μια πολύ απλή διαδικασία, καθώς οι νεαροί παίχτες που θα απέδιδαν καλύτερα σε μικρή ηλικία θα απέδιδαν το ίδια καλά και στην ενηλικίωσή τους. Στην πραγματικότητα, η διαδικασία της αναγνώρισης των ταλαντούχων νεαρών ποδοσφαιριστών δεν είναι τόσο απλή για διάφορους λόγους. Αρχικά, ως αναγνώριση ταλέντου ορίζεται η διαδικασία κατά την οποία εντοπίζονται αθλητές οι οποίοι ενδέχεται να αναπτύξουν υψηλή μελλοντική ικανότητα σε ένα άθλημα . Αν και αυτό το άρθρο εστιάζει σε αυτόν το τομέα, η αναγνώριση ταλέντου είναι αλληλένδετη με την ανάπτυξη ταλέντου και τις διαδικασίες επιλογής και επιβεβαίωσης.
Η σημασία του ρυθμού ανάπτυξης – Βιολογική ηλικία.
Λόγω του ότι η επιτυχία στο ποδόσφαιρο συνδέεται με τις νίκες και τις κατακτήσεις τροπαίων πολλά σωματεία και προπονητές εστιάζουν στην βελτιστοποίηση της παρούσας απόδοσης των αναπτυξιακών ομάδων τους. Παρόλα αυτά η συγκεκριμένη προσέγγιση είναι προβληματική για διάφορους λόγους.
Ο πρώτος λόγος έχει να κάνει με τον ρυθμό ανάπτυξης ο οποίος είναι διαφορετικός για κάθε παιδί. Αυτό σημαίνει πως ένα παιδί ηλικίας 13 χρόνων μπορεί να είναι σημαντικά ψηλότερο – και συνεπώς βαρύτερο και δυνατότερο – από ένα άλλο παιδί της ίδιας ηλικίας. Τα χαρακτηριστικά αυτά (ύψος, δύναμη καθώς και πιθανή νοητική ικανότητα) δίνουν στο πρόωρα ανεπτυγμένο παιδί τεράστιο αγωνιστικό πλεονέκτημα όταν αγωνίζεται με ένα παιδί που έχει πιο αργή ανάπτυξη. Οι νοητικές διαφορές όμως, μαζί με τις διαφορές στο ύψος, στο βάρος και στη δύναμη, είναι πολύ πιθανό να εξαλειφθούν κατά την ενηλικίωση μαζί με τα αγωνιστικά πλεονεκτήματα που προσέφεραν στην παιδική και εφηβική ηλικία λόγω του φαινομένου της αναπλήρωσης . Στο φαινόμενο αυτό παρατηρείται ένα καθυστερημένα ανεπτυγμένο παιδί κατά την ενηλικίωση να έχει παρόμοια σωματικά χαρακτηριστικά με ένα πρόωρα ανεπτυγμένο παιδί, το οποίο κατά την παιδική και εφηβική ηλικία υπερτερούσε σε αυτά τα χαρακτηριστικά. Το συμπέρασμα που εξάγεται είναι οι διαφορές στον ρυθμό ανάπτυξης των παιδιών να δίνουν πολύ συχνά την λανθασμένη εντύπωση πως οι πρόωρα ανεπτυγμένοι αθλητές είναι πιο ταλαντούχοι από τους αθλητές που αναπτύσσονται πιο αργά. Λόγω αυτού, πολλοί καθυστερημένα ανεπτυγμένοι αθλητές παίρνουν λιγότερο χρόνο συμμετοχής, απορρίπτονται στα δοκιμαστικά, χάνουν ευκαιρίες να κάνουν μια επαγγελματική καριέρα και αρκετοί από αυτούς τελικά εγκαταλείπουν το άθλημα.
Η επίδραση της συγγενικής ηλικίας – Χρονολογική ηλικία.
Όπως είναι γνωστό οι ομάδες χωρίζουν τα γκρουπ ανάλογα με την ηλικία των παιδιών προκειμένου να προσφέρουν ίσες ευκαιρίες και δίκαιο ανταγωνισμό. Παρόλο που το σκεπτικό πίσω από αυτόν το διαχωρισμό είναι σωστό, τα παιδιά που βρίσκονται στο ίδιο ηλικιακό γκρουπ είναι πιθανό να έχουν έως και 24 μήνες διαφορά στην χρονολογική τους ηλικία.Η διαφορά αυτή δίνει τεράστιο πλεονέκτημα στα μεγαλύτερα – ηλικιακά – παιδιά καθώς είναι πιο ανεπτυγμένα από τα υπόλοιπα που βρίσκονται στο ίδιο γκρουπ με το αποτέλεσμα είναι το ίδιο: τα μεγαλύτερα παιδιά να έχουν πλεονέκτημα έναντι των μικρότερων και έτσι να έχουν περισσότερο χρόνο συμμετοχής, ευκαιρίες, και να λογίζονται – λανθασμένα – ως περισσότερο ταλαντούχα . Αν σκεφτούμε και την πιθανή διαφορά στην βιολογική ηλικία (τον ρυθμό ανάπτυξης που αναφέραμε προηγουμένως), φανταστείτε ένα 14 χρόνο πρώιμα ανεπτυγμένο παιδί που βρίσκεται στο ίδιο γκρουπ με ένα καθυστερημένα ανεπτυγμένο 12 χρόνο παιδί, πόσο μεγάλο σωματικό και νοητικό πλεονέκτημα θα έχει στο γήπεδο. Σε μια τέτοια περίπτωση οι άνθρωποι που βλέπουν αυτά τα δυο παιδιά να αγωνίζονται ως αντίπαλοι και δεν γνωρίζουν τις έννοιες και τον αντίκτυπο της βιολογικής και χρονολογικής ηλικίας, σίγουρα θα θεωρήσουν το μεγαλύτερο παιδί ως περισσότερο ταλαντούχο με ότι συνεπάγεται αυτό.
Αυτές οι καταστάσεις φυσικά έχουν πολύ μεγάλες αρνητικές ψυχολογικές επιπτώσεις στους νεαρούς αθλητές που «βγαίνουν χαμένοι» από την ύπαρξη αυτών των φαινομένων καθώς νιώθουν ανίκανοι να ανταγωνιστούν τους μεγαλύτερους – βιολογικά ή και χρονολογικά – συμπαίχτες τους
Χαρακτηριστικά που αξιολογούνται.
Ένα άλλο πρόβλημα που παρατηρείται συχνά κατά την διαδικασία αναγνώρισης ταλέντου είναι η έμφαση που δίνεται σε μεμονωμένα χαρακτηριστικά, όπως στα φυσικά, φυσιολογικά και τεχνικά, συνήθως σε βάρος των ψυχικών και ψυχολογικών χαρακτηριστικών των παιχτών. Άλλωστε η περίπλοκη και πολυδιάστατη φύση του ποδοσφαίρου απαιτεί την συνύπαρξη και συνεργασία πολλών διαφορετικών χαρακτηριστικών (φυσικών, φυσιολογικών, τεχνικών, ψυχικών, ψυχολογικών) προκειμένου να παραχθεί ένα επιτυχημένο αποτέλεσμα . Ένα άλλο παράδειγμα είναι το εξής: η τεχνική δεν γίνεται να αξιολογηθεί από μόνη της καθώς είναι σχεδόν άχρηστη χωρίς την ύπαρξη ψυχικών χαρακτηριστικών. Πιο απλά, τι νόημα έχει ένας παίχτης να μπορεί να εκτελέσει με ακρίβεια μια πάσα 40 μέτρων όταν δεν ξέρει πότε και γιατί πρέπει να την εκτελέσει? Η τεχνική σε συνδυασμό με τα ψυχικά χαρακτηριστικά ενός παίχτη ορίζουν την ΕΠΙΔΕΞΙΟΤΗΤΑ του, δηλαδή την ικανότητα του να χρησιμοποιεί την τεχνική του αποτελεσματικά κάτω από την πίεση του χώρου, του χρόνου και των αντιπάλων. Με άλλα λόγια η επιδεξιότητα είναι αυτό που πραγματικά μας ενδιαφέρει να αξιολογήσουμε από αυτόν τον τομέα και όχι η τεχνική μεμονωμένα.
Επίσης, είναι σύνηθες τα ψυχολογικά χαρακτηριστικά των παιχτών να παραβλέπονται παρόλο που πολλές έρευνες αναφέρουν πως το κίνητρο που έχει ένας αθλητής είναι εξαιρετικά σημαντικό στην μελλοντική του ανάπτυξη
Ένας άλλος λόγος που δεν πρέπει να γίνεται μονοδιάστατη αξιολόγηση είναι το γεγονός πως η έλλειψη σε κάποιο χαρακτηριστικό ίσως δώσει πλεονέκτημα στον αθλητή σε κάποιο άλλο. Αυτό είναι το φαινόμενο της αποζημίωσης (compensation phenomenon) . Για παράδειγμα, η έλλειψη ύψους – και κατά πάσα πιθανότητα σωματικής δύναμης – ενός παίχτη του προσφέρει ευκινησία και ταχύτητα. O Lionel Messi ίσως να μην ήταν αυτός που όλοι ξέρουμε εάν δεν είχε αυτό το έλλειμμα ύψους. Μαζί με αυτό σκεφτείτε πόσοι ποδοσφαιριστές έχουν απορριφθεί από διάφορες ομάδες λόγω του ύψους τους….
Συμπεράσματα.
Εάν σκεφτούμε όλους τους παράγοντες που αναφέρθηκαν προηγουμένως η αναγνώριση ενός ταλαντούχου ποδοσφαιριστή είναι μια πολύπλοκη διαδικασία που εμπεριέχει πολλές προκλήσεις. Το μεγαλύτερο ίσως πρόβλημα στις διαδικασίες ανάπτυξης, αναγνώρισης, επιλογής και επιβεβαίωσης ταλαντούχων παιχτών είναι η έμφαση που δίνεται από πολλά σωματεία στην μεγιστοποίηση της παρούσας απόδοσης. Εκτός του ότι εξάγονται λανθασμένα συμπεράσματα για το ποιος παίχτης τελικά είναι ταλαντούχος και ποιος όχι (λόγω των διαφορών στην χρονολογική – βιολογική ηλικία και σε λανθασμένα κριτήρια επιλογής), η προσέγγιση αυτή έχει επίσης αρνητικό αντίκτυπο στην εξέλιξη των νεαρών παιχτών τόσο στην ανάπτυξη τους ως ποδοσφαιριστές αλλά και στην ψυχολογική τους κατάσταση. Τα παιδιά δεν είναι μικρές εκδόσεις των ενηλίκων.
Όταν προσπαθούμε να προβλέψουμε ποιος νεαρός παίχτης έχει προοπτικές να εξελιχθεί σημαντικά πρέπει να μην παρασυρόμαστε από την παρούσα απόδοση, να θυμόμαστε τις έννοιες της χρονολογικής και βιολογικής ηλικίας και να αξιολογούμε τον παίχτη σφαιρικά και όχι μόνο μερικά μεμονωμένα χαρακτηριστικά του.